Αβάντσο, Τζιάκοπο — (Jacopo Avanzo, β’ μισό 14ου αι.) .Ιταλός ζωγράφος. Υπήρξε μαθητής του ιδρυτή της σχολής της Βερόνας Αλτικιέρο και συνεργάτης του στις νωπογραφίες των παρεκκλησιών του Αγίου Ευτυχούς (1379) και του Αγίου Γεωργίου (1384) στην Πάντοβα … Dictionary of Greek
Βενετία — I (Venezia). Πόλη (275.368 κάτ. το 2000) της βορειοανατολικής Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (2.460 τ. χλμ., 815.009 κάτ.) και της διοικητικής περιοχής Βένετο (βλ. λ.), στο βορειοανατολικό γεωγραφικό διαμέρισμα. H πιο χαρακτηριστική… … Dictionary of Greek
Βένετο — I (Veneto ή Venézia Euganea). Ιστορική και διοικητική περιφέρεια (18.365 τ. χλμ., 4.487.560 κάτ. το 2000) της ΒΑ Ιταλίας, στο ΒΑ γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας. Διοικητικά αποτελείται από επτά επαρχίες: Μπελούνο, Πάντοβα, Ροβίγκο, Τρεβίζο,… … Dictionary of Greek
Πιζανέλο, Αντόνιο Πιζάνο, ο επονομαζόμενος- — (Pisanello, Πίζα ή Βερόνα 1395 περίπου – Ρώμη 1455;). Ιταλός ζωγράφος. Εργάστηκε σε πολλές πριγκιπικές, αυλές δημιουργώντας νωπογραφίες στα ανάκτορα των δόγηδων της Βενετίας (1422), των δουκών ντ’ Έστε, στον πύργο της Παβία (1424), στη βασιλική… … Dictionary of Greek
Τζιότο ντι Μποντόνε — (Giotto di Bondone, Κόλε ντι Βεσπινιάνο, Φλωρεντία 1266 – Φλωρεντία 1337). Ιταλός ζωγράφος, ψηφιδογράφος και αρχιοικοδόμος. Μαθητής του Τσιμαμπούε, τον οποίο (όπως αναφέρει η παράδοση και ο ίδιος ο Δάντης σε ένα περίφημο κομμάτι του Καθαρτηρίου)… … Dictionary of Greek
Φόπα, Βιντσέντσο — (1427/30 – 1516). Ιταλός ζωγράφος. Αντί να μιμηθεί τους συγχρόνους του μεγάλους ζωγράφους της Τοσκάνης, προτίμησε την τεχνοτροπία του Τζοβάνι ντα Μιλάνο, του Τομάζο ντα Μοντένα και του Αλτικιέρο, ζωγράφων του 14ου αι., που τον συγκινούσαν με την… … Dictionary of Greek